Κυριακή 18 Απριλίου 2010

Ζητιάνοι - issue #03

Ζητιάνοι
Κείμενο. Θεώδορος Μορφίδης

Σκεπτόμενοι μια μέρα για τους ανθρώπους ‘’του δρόμου’’ αποφασίσαμε να πάμε στο κέντρο της Αθήνας να τους φωτογραφίσουμε και να αναφερθούμε σε αυτή την κοινωνική τάξη. Θέλαμε να δείξουμε το που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος για τις ανάγκες της διαβίωσης του. Κανείς δεν έκατσε να
σκεφτεί τη ζωή αυτών των ανθρώπων πριν, ότι μπορεί να ήταν ακόμα και πλούσιοι και να αναγκάστηκαν να κάνουν αυτό που λέμε ’’ζητιανιά’’. 


Ποτέ ένας από εμάς δεν αναρωτήθηκε για το πώς ή το που
ζουν αυτοί οι άνθρωποι. Το να βλέπεις κάποιον στο
δρόμο να ζητιανεύει είναι μια εικόνα καθημερινή.
Από όπου και να περάσουμε, από όποιο φανάρι και
αν σταθούμε, και σε όποια καφετέρια κάτσουμε να
πιούμε τον καφέ μας. Όλοι τους προσπερνούν χωρίς
να δώσουν καμία σημασία, πόσο μάλλον έστω 1
cent. Τους κοιτούν με υποτιμητικό τρόπο λες και
αυτοί δεν είναι άνθρωποι.

Παρατηρήσαμε κάποιους που περνούσαν από
μπροστά τους και στο βλέμμα τους φαινόταν
η αηδία, ο χλευασμός, το ότι ‘’εγώ αξίζω πολύ
περισσότερο από σένα’’. Δεν έκατσε ποτέ κανείς
από αυτούς όμως να πει ‘’γιατί ρε γαμώτο αυτός
ο άνθρωπος να φτάσει σε αυτό το σημείο, τι να
φταίει, τι συνέβη στη ζωή του και αναγκάστηκε
να βγει στους δρόμους να ζητιανέψει ; ’’. Και
αυτό που έχουμε παραπάνω από αυτόν είναι
δύο παπλώματα, ένα ακριβό αυτοκίνητο και ένα
σπίτι να ζούμε. Δεν διαφέρουμε σε κάτι άλλο.

Είμαστε απλά περαστικοί σε αυτόν τον κόσμο
και δεν έχουμε όνειρα. Ο ζητιάνος έχει οράματα
περισσότερα από εμάς. Σπίτι του ο κόσμος και
όχι μερικοί τοίχοι που μας κλείνουν μέσα. Μας
καθηλώνουν στην τηλεόραση περιορίζοντας μας
απ’ την πραγματικότητα. Ο ζητιάνος μπορεί να
γελάσει μαζί μας, με την ψυχή του. Και σίγουρα
έχει ψυχή. Μια ψυχή που χάνεται, κλωτσιέται
και γρονθοκοπείτε επειδή το σώμα δεν έχει τα
υλικά. Δεν έχει λεφτά για να πάρει ρούχα. Πως
θα μπει στο μαγαζί για να ζητήσει λίγο νερό; Δεν
έχει λεφτά για λίγο φαγητό, ούτε για αυτοκίνητο.
Γιατί να τον δεχτούμε στην χλιδάτη και σικάτη
μικρή μας κοινωνία, εμείς οι ‘’μεγάλοι’’, με τις
αμέτρητες επιτυχίες στην ζωή μας;

Για άλλη μια φορά κολλήσαμε ταμπέλες για
αυτό το κοινωνικό φαινόμενο. Την ταμπέλα του
ζητιάνου που απομακρύνει κάθε συμπόνια ή
σεβασμό για το πρόσωπο του. Όμως, αυτός ο
άνθρωπος σίγουρα γνωρίζει περισσότερα για την
ζωή από ότι εμείς. Η δικιά μας μόνη ελπίδα είναι
μόνο τα περισσότερα και τα περισσότερα λεφτά.

Γιατί τα έχουμε όλα. Ο ζητιάνος είναι αυτός που μπορεί
να καταλάβει ποιοι πραγματικά είμαστε όταν περνάμε
μπροστά του, στον βρώμικο δρόμο. Μπορεί κάποιος
να πει ότι ούτε η ίδια η κοινωνία δεν ενδιαφέρετε για
αυτούς. Είναι απαράδεχτο όμως τον 21ο αιώνα να
βγαίνεις βόλτα και να συναντάς τέτοιες εικόνες. Πού
είναι η ανάπτυξη του πολιτισμού και της κοινωνίας
της χώρας μας και ολόκληρου του κόσμου; Αυτή την
κατάσταση βλέπουν οι τουρίστες που επισκέπτονται την
πόλη μας. Κάποιοι από αυτούς νοιάζονται περισσότερο
για το συνάνθρωπο παρά εμείς. Και λέω εμείς γιατί
δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει άνθρωπος που να έχει
ενδιαφερθεί πραγματικά για αυτούς που βρίσκονται
στο δρόμο και ας είναι μέρα που βρέχει ή που κάνει
κρύο, εκείνοι είναι εκεί και περιμένουν την οποιαδήποτε
βοήθεια μπορεί ο καθένας μας να προσφέρει.
Αισθανόμασταν τόση λύπη που τους βλέπαμε να
στέκονται εκεί με το χέρι σηκωμένο και περιμένοντας
την οποιαδήποτε βοήθεια μπορούσαμε να
προσφέρουμε.

Είδαμε ακόμα και μητέρες με τα παιδιά
τους στην αγκαλιά να ζητούν βοήθεια για να τους
πάρουν ένα μπουκάλι γάλα. Κάτι συνηθισμένο για όλα
τα παιδιά που ζουν στο ζεστό τους σπίτι, με τους γονείς
τους και όλα όσα χρειάζεται να έχει ένα παιδί για
να είναι ευτυχισμένο. Ίσως και η κατοχή να φαινόταν
παράδεισος για αυτούς τους ανθρώπους, με τις
δυσκολίες που έχουν να αντιμετωπίσουν καθημερινά.
Οι σκηνές που είδαμε ήταν απογοητευτικές. Στο
βλέμμα και στα βρώμικα ρούχα τους διέκρινες τη
δυστυχία και ότι προσπαθούσαν να κάνουν αισθητή
την παρουσία τους για να τους προσέξουμε, να τους
δώσουμε λίγη σημασία για να μπορέσουν να ζήσουν
και αυτοί λίγο καλύτερα. Πρέπει να σκεφτούμε ότι ίσως
κάποτε να ήταν καλύτερα. Να μην βρισκόταν στον
δρόμο, να είχαν αναμνήσεις όμορφες και ζωντανές.
Λαμπερές σαν τα υγρά τους παιδικά μάτια. Ίσως
κάποτε να ήταν και αυτοί σαν εμάς με όλα τα αγαθά
και τις οικονομικές ανέσεις. Ένα δάκρυ μνημόσυνο για
τις παλιές καλές εποχές και ο ζητιάνος εκεί στον δρόμο,
πεταμένος από την κοινωνία και τον κόσμο. Γι’ αυτό
λοιπόν πρέπει να δείξουμε περισσότερη ευαισθησία
για τον συνάνθρωπο μας, γιατί δίνοντας τους ένα μικρό
χρηματικό ποσό μπορούμε να συμβάλουμε κι εμείς
ώστε αυτοί οι άνθρωποι να αποκτήσουν καλύτερες
συνθήκες διαβίωσης.